Documento 5/11/2023 Αλήθειες και ψέμματα για την απόκτηση επενδυτικής βαθμίδας από την S&P Σταύρος Μαυρουδέας Καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας Πάντειο Πανεπιστήμιο Τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής Η κυβέρνηση και τα διαπλεκόμενα ΜΜΕ πανηγυρίζουν για την αναβάθμιση της Ελλάδος σε επενδυτική βαθμίδα (BBB- με σταθερές προοπτικές) από τον αμερικανικό οίκο αξιολόγησης S&P. Υποστηρίζουν ότι σηματοδοτεί την οριστική έξοδο από την κρίση και απόδειξη της ανάκαμψης και του αξιόχρεου της οικονομίας. Πίσω όμως από αυτούς τους θεατρινιστικούς διθυράμβους κρύβεται μία γκρίζα πραγματικότητα. Πρώτο, η μείωση των επιτοκίων δανεισμού αφορά μόνο ένα τμήμα του ελληνικού χρέους: από τα περίπου 404 δις μόνο τα 45 δις είναι ελεύθερα διαπραγματεύσιμο χρέος (αφήνοντας στην άκρη τον
Topics:
Stavros Mavroudeas considers the following as important: Uncategorized, Άρθρα σε εφημερίδες - Newspaper articles, επενδυτική βαθμίδα, Μαυρουδέας
This could be interesting, too:
NewDealdemocrat writes Initial jobless claims: welcome back to hurricane season
Angry Bear writes Topping up as part of an integrated neighborhood approach
Lars Pålsson Syll writes The Road Not Taken
John Quiggin writes Assessing Albanese: an annotated list
Documento 5/11/2023
Αλήθειες και ψέμματα για την απόκτηση επενδυτικής βαθμίδας από την S&P
Σταύρος Μαυρουδέας
Καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας
Πάντειο Πανεπιστήμιο
Τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής
Η κυβέρνηση και τα διαπλεκόμενα ΜΜΕ πανηγυρίζουν για την αναβάθμιση της Ελλάδος σε επενδυτική βαθμίδα (BBB- με σταθερές προοπτικές) από τον αμερικανικό οίκο αξιολόγησης S&P. Υποστηρίζουν ότι σηματοδοτεί την οριστική έξοδο από την κρίση και απόδειξη της ανάκαμψης και του αξιόχρεου της οικονομίας.
Πίσω όμως από αυτούς τους θεατρινιστικούς διθυράμβους κρύβεται μία γκρίζα πραγματικότητα.
Πρώτο, η μείωση των επιτοκίων δανεισμού αφορά μόνο ένα τμήμα του ελληνικού χρέους: από τα περίπου 404 δις μόνο τα 45 δις είναι ελεύθερα διαπραγματεύσιμο χρέος (αφήνοντας στην άκρη τον ουσιαστικά εσωτερικό δανεισμό των περίπου 11 δις έντοκων γραμματιών και τα 40 δις που έχει αγοράσει η ΕΚΤ από την δευτερογενή αγορά στα πλαίσια της ποσοτικής χαλάρωσης). Το ποσό αυτό καλύπτεται σχεδόν εξ ολοκλήρου από τα περίπου 38 δις του «ταμειακού μαξιλαριού» (που ξεκίνησε επί ΣΥΡΙΖΑ). Επομένως, η βελτίωση των όρων δανεισμού έχει μικρή εμβέλεια.
Δεύτερο, ακόμη και έτσι η Ελλάδα δανείζεται με το δεύτερο χειρότερο επιτόκιο στην ευρωζώνη (μετά την Ιταλία), δηλαδή περίπου 4,5% για το 15ετές ομόλογο. Δηλαδή, εξακολουθεί να θεωρείται μία προβληματική οικονομία.
Τρίτο, η άνοδος του πληθωρισμού έχει οδηγήσει σε συσταλτική νομισματική πολιτική και άνοδο των επιτοκίων. Αυτό έχει επηρεάσει και την καμπύλη επιτοκιακών αποδόσεων των κρατικών ομολόγων. Η άνοδος των επιτοκίων –εφόσον διαρκέσει αρκετά- επιδεινώνει το κόστος αναχρηματοδότησης του χρέους και απομειώνει τις όποιες θετικές επιδράσεις της αναβάθμισης. Ενδεικτικά, η πρόσφατη άνοδος των επιτοκίων έχει περιορίσει σημαντικά το όφελος αναχρηματοδότησης παλαιών εκδόσεων με νέα ομόλογα στις 66 μονάδες βάσης (ενώ τον Δεκέμβριο 2020 είχε το ιστορικά υψηλό επίπεδο οφέλους των 283 μονάδων βάσης).
Όσον αφορά την συνολική κατάσταση της ελληνικής οικονομίας -και αντίθετα με τις κυβερνητικές παραμυθίες και την αναπαραγωγή τους από την S&P- αυτή παραμένει σε βαθιά διαρθρωτική κρίση. Είναι εκτεταμένα αποβιομηχανοποιημένη (από την ένταξή της στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση) και μετατρεμένη σε μια αδύναμη οικονομία υπηρεσιών που είναι εξαιρετικά ευάλωτη στις διακυμάνσεις της παγκόσμιας οικονομίας. Εξαρτάται όλο και περισσότερο από ξένα κεφάλαια και υπόκειται στις ιδιοτροπίες τους. Έχει υψηλό ποσοστό ανεργίας και οι πρόσφατες μειώσεις του είναι κυρίως αποτέλεσμα της μείωσης του ενεργού εργατικού δυναμικού και όχι ευθείας μείωσης της ανεργίας. Επίσης έχει πολύ υψηλή νεανική ανεργία που συμβαδίζει με σοβαρή διαρροή εγκεφάλων και μετανάστευση.
Αλλά και στο «μέτωπο» των δίδυμων ελλειμμάτων τα πράγματα δεν είναι καλά. Το απόλυτο μέγεθος του δημόσιου χρέους έχει εκτοξευθεί το 2022 σε περισσότερα από 400 δισ. δολάρια. Ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ παρουσιάζει μείωση, αλλά αυτό οφείλεται σε ένα στατιστικό τεχνούργημα: ο παρονομαστής (το ΑΕΠ) έχει αυξηθεί λόγω του αυξημένου πληθωρισμού. Αυτό όμως δεν μπορεί να κρύψει τη θεαματική αύξηση του ελληνικού κρατικού χρέους. Επιπρόσθετα, υπάρχει νέα επιδείνωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, λόγω του προβληματικού ελληνικού παραγωγικού μοντέλου που υπαγορεύθηκε από την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.
Ταυτόχρονα, αυξάνει η φτώχεια και η ανισότητα. Ο υψηλός πληθωρισμός των τελευταίων ετών – ιδιαίτερα στα είδη μαζικής λαϊκής κατανάλωσης- έχει «φορολογήσει» βαριά τους εργαζόμενους (με εισοδηματικές απώλειες ανάλογες των περικοπών του πρώτου μνημονίου).
Αυτή η εύθραυστη οικονομία είναι επιρρεπής σε νέες κρίσεις. Η από το 2024 επανεφαρμογή των συνθηκών του Μάαστριχτ+ θα επιδεινώσει περαιτέρω την κατάσταση. Η αυξανόμενη φυγή μεγάλων ελληνικών εταιρειών στο εξωτερικό αποτελεί πιθανά προειδοποιητικό σημάδι.